Μέμνονος

Μέμνονος
Μέμνων
the Steadfast
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • μέμνων — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν βασιλιάς της Αιθιοπίας, γιος του Τιθωνού και της Ηούς. Την περίοδο του Τρωικού πολέμου προσέφερε βοήθεια στον θείο του Πρίαμο (αδερφός του Τιθωνού από τον Λαομέδοντα). Σύμφωνα με τη Μικρή Ιλιάδα …   Dictionary of Greek

  • Memnon of Heraclea — (Greek: Mέμνων, gen.: Μέμνονος) (fl. c. 1st century) was a Greek historical writer, probably a native of Heraclea Pontica. He described the history of that city in a large work, known only through the Excerpta of Photius (I of Constantinople),… …   Wikipedia

  • μεμνόνειος — και μεμνόνιος, ον (Α) [Μέμνων] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Μέμνονα 2. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον μέμνονα, δηλ. στον όνο 3. (το ουδ. ως κύριο όν.) τὸ Μεμνόν(ε)ιον ναός τού Μέμνονος στην Αίγυπτο 4. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”